Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009

Η ευγλωττία ως «προσόν» του ηγέτη.

Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που σε επιθεωρήσεις ή σατυρικές εκπομπές προβάλλεται αρνητικά η εμφάνιση και η εκφραστική αδυναμία πολιτικών στελεχών. Κλασικό παράδειγμα ο Λαζόπουλος που τους … «φιλοξενεί», όλους σχεδόν, στο «τσαντίρι» του. Είναι δύσκολο να ξεχαστεί, για παράδειγμα, το σαρδάμ του πρωθυπουργού: «…μηδέν στο πηλήκιο»!
Φυσικά, στη σάτιρα αυτά επιτρέπονται, με την αποδοχή της συνθήκης ότι στοχεύουν στη χαλάρωση της ιλαρότητας και την πρόκληση γέλιου, απαλλαγμένου από κακία. Όταν, όμως, «δένονται» με πολιτική κριτική, (από την οποία απουσιάζει κάθε ίχνος πολιτικού κριτηρίου), τότε τα πράγματα είναι διαφορετικά: Τείνουν σε πολιτική υπονόμευση, που μπορεί να χαρακτηριστεί έως και δόλια, επειδή ασκείται στο επίπεδο της παραπολιτικής.
Ακόμη σοβαρότερο γίνεται το θέμα, βεβαίως, όταν μεταφέρεται στη αίθουσα του κοινοβουλίου: Εκεί, όπου ο πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ., κ. Καρατζαφέρης, στη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης υπαινίχθηκε σαφώς, ότι ο κ. Παπανδρέου δεν μπορεί να μιλήσει «από στήθους», αλλά, «διαβάζει»! Και ζήτησε ταυτόχρονα από τον προεδρεύοντα, κ. Πετσάλνικο, «να εφαρμοστεί ο κανονισμός της Βουλής, ο οποίος επιβάλλει στους ομιλητές να έχουν απλώς σημειώσεις και όχι να διαβάζουν κείμενα». Ήταν φανερός ο στόχος του Καρατζαφέρη να μειώσει το πολιτικό κύρος του νέου πρωθυπουργού, αλλά πήρε «πληρωμένη» την απάντηση από τον Πετσάλνικο, ότι «ο κανονισμός προβλέπει ρητώς, ότι οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης αναγιγνώσκονται», (ως επίσημο κείμενο) και «δεν εκφωνούνται».
Οι δυνατότητες και η αποτελεσματικότητα του λαϊκισμού είναι διαπιστωμένες και μεγάλες. Αρκεί, βεβαίως, να μην λαϊκίζει κανείς συστηματικά και να αποφύγει να ταυτιστεί με την «ιδιότητα» του λαϊκιστή. Τότε, είναι κοντά στην έλλειψη σοβαρότητας και την ανευθυνότητα.
Εις ό,τι, δε, αφορά τα προσόντα ενός πολιτικού ή ενός ηγέτη, νομίζω ότι η ρητορική δεινότητα δεν μπορεί να κατατάσσεται στην πρώτη θέση. Προηγούνται άλλες αρετές, όπως η γενναιοφροσύνη, η ευθυκρισία, η κοινωνική ευαισθησία και η αίσθηση της αλληλεγγύης, η ανεξάρτητη πολιτική σκέψη και δράση, η διάθεση για συνεννόηση και συνεργασία. Θα μπορούσα να πω αλληγορικά, ότι προτιμητέος πρέπει να είναι ο πολιτικός που έχει «ευαίσθητα αυτιά και καρδιά, συνάμα, δε, και μικρή γλώσσα». Υπάρχει ένας ακόμη λόγος να μην εμπιστεύεται κανείς τη ρητορεία. Όταν παλαιότερα οι πολιτικοί αγόρευαν στην καθαρεύουσα, «θαύμαζαν» οι απαίδευτοι και αμόρφωτοι: «Είδες τι ωραία τα λέει; … Αλλά τι λέει;»!
Εξ άλλου, είδαμε και τους ρήτορες…